Με αφορμή τη –σχεδόν ταυτόχρονη– κυκλοφορία τριών νέων μεταφράσεων της «Φάρμας των ζώων» και του «1984» του George Orwell, θέσαμε τρεις ερωτήσεις στους μεταφραστές των βιβλίων – Κατερίνα Σχινά, Αύγουστο Κορτώ και Αλέξη Καλοφωλιά.
Το 2020 ήταν η χρονιά, εκτός των άλλων, που συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από τον θάνατο του Τζορτζ Όργουελ. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι από την 1η Ιανουαρίου 2021, για τα κείμενα του Όργουελ δεν απαιτείται άδεια για την έκδοσή τους, μιας και βρίσκονται πλέον στην κατηγορία του Public Domain, έχουν περιέλθει, δηλαδή, σε δημόσια χρήση.
Τις τελευταίες εβδομάδες, λοιπόν, στους πάγκους των βιβλιοπωλείων (και φυσικά και στα e-shop τους) πραγματοποιείται ένα άτυπο αφιέρωμα στα βιβλία του Τζορτζ Όργουελ, με την εμφάνιση πολλών και ίσως ξεχασμένων τίτλων από εκδοτικούς περασμένων δεκαετιών, αλλά και τις ολοκαίνουργιες μεταφράσεις που κυκλοφόρησαν οι εκδόσεις Μεταίχμιο, Ψυχογιός και Μίνωας. Ο Όργουελ ανήκει στους συγγραφείς τα βιβλία των οποίων γνώρισαν και συνεχίζουν να γνωρίζουν πολλαπλές μεταφράσεις στην ελληνική γλώσσα. Από το πρώτο του βιβλίο που εκδόθηκε στη χώρα μας το 1951 (βλ. επόμενη εικόνα), μεχρι τις τρεις νέες μεταφράσεις των δύο εμβληματικών του μυθιστορημάτων –Η Φάρμα των Ζώων & 1984– που μόλις κυκλοφόρησαν σε τρεις αντίστοιχα νέες εκδόσεις, και από ένα graphic novel με τη βιογραφία του Όργουελ μέχρι την επανέκδοση του 1984 στη μετάφραση της Νίνας Μπάρτη για τις εκδόσεις Κάκτος, ο λιτός και κρυπτικός λόγος και η πολύσημη πολιτική σκέψη του χαρισματικού συγγραφέα, αρθρώνονται με σαφήνεια σε όλες τις παραπάνω εκδόσεις και δείχνουν να συνεχίζουν να γοητεύουν και να αφορούν κάθε νέα γενιά αναγνωστών που έρχεται σε επαφή με τα κείμενά του.
Ακόμη και όσοι δεν έχουν διαβάσει τη Φάρμα των ζώων και το 1984 είναι εξοικειωμένοι με φράσεις όπως οργουελικό σχέδιο περιορισμού των ατομικών ελευθεριών, οργουελική κοινωνία, οργουελικό καθεστώς. Το δυστοπικό περιβάλλον, ο ζόφος και το αίσθημα διαρκούς παρακολούθησης και ελέγχου, που χαρακτηρίζει την κοινωνία και τους ανθρώπους της, ιδιαίτερα στο 1984, έχουν καταστήσει τα δύο τελευταία βιβλία που έγραψε ο Όργουελ σχεδόν μυθικά.
Οι αισιόδοξοι αναγνώστες βλέπουν σ’ αυτά μια κοινωνική συνθήκη που έρχεται με φόρα από το κοντινό μέλλον, χωρίς να μπορούν να κάνουν και πολλά γι’ αυτό. Οι απαισιόδοξοι βιώνουν ήδη μια καθημερινότητα όπου ο Μεγάλος Αδελφός βρίσκεται πίσω από κάθε συσκευή, κωδικό, αλγόριθμο και, τελικά, πίσω από κάθε επιλογή τους.
Όποια ερμηνευτική προσέγγιση και αν επιλέξουμε για να ταξινομήσουμε την πεζογραφία του, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι μιλάμε για το έργο ενός λαμπρού, ανήσυχου, δαιμόνιου και ρηξικέλευθου συγγραφέα, ο οποίος με όχημα το ταλέντο του και με εξαιρετικά κοπιαστική δουλειά, ειδικά για τις ανάγκες του μυθιστορήματος 1984, ως προς τη Newspeak, άφησε το στίγμα του στην πεζογραφία του 20ου αιώνα και επηρέασε όσο λίγοι μεταγενέστερους καλλιτέχνες.
Ποιες ήταν οι μεταφραστικές προκλήσεις που συναντήσατε στη Φάρμα των Ζώων και στο 1984;
Και στα δύο βιβλία, η πρόκληση δεν ήταν το ίδιο το κείμενο, όσο το αλληγορικό τους βάρος. Ίσως να μην υπάρχουν άλλα έργα του 20ου αιώνα που να προκάλεσαν τόσες συζητήσεις ως προς τις προθέσεις και το νόημά τους. Και τα δύο βιβλία, στις δεκαετίες που μεσολάβησαν από την έκδοσή τους, αναλύθηκαν με τα εργαλεία της πολιτικής, της λογοτεχνικής θεωρίας, της κοινωνιολογίας, της ηθικής, της ψυχανάλυσης. Εισέβαλαν στην καθημερινή μας ζωή, αναστάτωσαν ιδεολογικές και πολιτικές βεβαιότητες, αιφνιδίασαν με την τόλμη τους και την ενορατική τους δύναμη. Οι λέξεις και οι έννοιες που επινόησε ο Όργουελ, στο 1984 ιδιαίτερα, είτε βρήκαν τη θέση τους στο καθημερινό μας λεξιλόγιο, είτε χρησιμοποιήθηκαν βάναυσα από τη βιομηχανία του θεάματος. Θέλησα να τις αποκαταστήσω, αποφεύγοντας αναχρονισμούς, γειώνοντας το έργο στην εποχή του.
Συμβουλευτήκατε άλλες παλαιότερες μεταφράσεις στα ελληνικά ή σε κάποια άλλη γλώσσα, όσο εργαζόσασταν στη δική σας;
Δεν τις «συμβουλεύτηκα» ακριβώς, απλώς διέτρεξα εν τάχει τα πρώτα κεφάλαια, θέλοντας να δω πώς απέδωσαν παλαιότεροι μεταφραστές την απλότητα του οργουελικού ύφους. Αλλά έκλεισα γρήγορα τα βιβλία και τα ξανάβαλα στο ράφι τους. Για τον μεταφραστή που επανέρχεται σε ένα ήδη μεταφρασμένο βιβλίο, πάντα καραδοκεί ένας κίνδυνος: ανατρέχοντας στη δουλειά ενός άλλου, μπορεί να παγιδευτεί από τις λύσεις του, να δυσκολευτεί να βρει τον δικό του βηματισμό.
Τι κάνει αυτά τα βιβλία σήμερα τόσο επίκαιρα; Πώς εξηγείτε το μεγάλο ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού γι’ αυτά;
Αυτό που είναι συναρπαστικό στον Όργουελ είναι η πολιτική του ανεξαρτησία, το ότι καταδίκαζε με το ίδιο σφρίγος και την ίδια διαύγεια τόσο τον καπιταλισμό όσο και τον κομμουνισμό. Το ότι διέκρινε ότι ο ολοκληρωτισμός είναι εγγενής σε κάθε πολιτικό σύστημα· ότι η δημοκρατία όσο πολύτιμη άλλο τόσο εύθραυστη είναι· ότι χρειάζεται συνεχή επαγρύπνηση και περιφρούρηση για να μην ολισθήσει στον ολοκληρωτισμό. Και στη Φάρμα των ζώων και στο 1984 θέλησε να αποκαλύψει, αφτιασίδωτο, το αδιαπέραστο και άτρωτο πρόσωπο του ολοκληρωτισμού. Θέλησε να δείξει πόσο εύκολα μπορεί να ενδώσει ο μέσος άνθρωπος στη σαγήνη του. Ο σημερινός κόσμος τον επιβεβαιώνει περίτρανα. «Το “Υπουργείο Αλήθειας” του 1984 είναι σήμερα το Facebook, η Google, η καλωδιακή τηλεόραση. Έχουμε γνωρίσει τον Μεγάλο Αδελφό και είναι εμείς», έγραφε πρόσφατα ένας κριτικός στο περιοδικό The Atlantic.
Αλλά η πιο προφητική επινόηση του Όργουελ, στο 1984, είναι η έννοια της «διπλής σκέψης». Αν ζούσε σήμερα και παρακολουθούσε τα όσα συμβαίνουν στην Αμερική αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο, ίσως να είχε τρομάξει και ο ίδιος. Και θα απελπιζόταν διπλά, διαπιστώνοντας ότι ο μέσος άνθρωπος έχει προσχωρήσει ενθουσιωδώς και αυτοβούλως στη «διπλή σκέψη». Ότι αποδέχεται, δηλαδή, μια σαφώς ψευδή δήλωση ως αλήθεια, ή και δύο αμοιβαία αντιφατικές απόψεις ως σωστές, όσο κι αν αντιστρατεύονται τη δική του αίσθηση της πραγματικότητας. Ότι θεωρεί απολύτως θεμιτή την εναλλαξιμότητα μαύρου/άσπρου, αληθούς/ψευδούς, ότι ψηφίζει τους χειραγωγούς του, ότι παραδίδεται στα διακινούμενα από το διαδίκτυο ψεύδη. Η διακυβέρνηση Τραμπ είναι το πιο πρόσφατο, κραυγαλέο παράδειγμα. Αν κάτι την καθιστά όχι μόνο απεχθή αλλά και τρομακτική, δεν είναι ότι ο Πρόεδρος επιχείρησε να καταλύσει τη δημοκρατία. Είναι ότι οι Αμερικανοί πολίτες τον έφεραν σε μια θέση από την οποία μπορούσε να το προσπαθήσει.
Ποιες ήταν οι μεταφραστικές προκλήσεις που συναντήσατε στη Φάρμα των Ζώων και στο 1984;
Πέρα απ’ τους νεολογισμούς, η πρόκληση στον Όργουελ είναι μια πρόζα τρομερά λιτή, χωρίς φτιασίδια – είναι εύκολο να παρασυρθείς και να ξεχάσεις ότι το κείμενο –ακόμα και στις εξάρσεις του– οφείλει να είναι ρέον, λακωνικό.
Συμβουλευτήκατε άλλες παλαιότερες μεταφράσεις στα ελληνικά ή σε κάποια άλλη γλώσσα, όσο εργαζόσασταν στη δική σας;
Όχι, καθόλου. Οι παλαιότερες μεταφράσεις ήταν δουλειά άλλων ομοτέχνων. Εν προκειμένω, είχα οδηγό μου αποκλειστικά και μόνο το πρωτότυπο κείμενο.
Τι κάνει αυτά τα βιβλία σήμερα τόσο επίκαιρα; Πώς εξηγείτε το μεγάλο ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού γι’ αυτά;
Το ότι τα αντιμετωπίζουμε ως προφητικά είναι συνάμα δικαίωση –και συντριβή– του συγγραφέα. Μας γοητεύουν για τη σύνεση και τη σοφία τους, για την απαισιοδοξία που ποτέ δεν ρέπει προς τον φαταλισμό, για το κυνικό τους χιούμορ. Πάνω απ’ όλα, επειδή είναι σπουδαία μυθιστορήματα, υποδειγματικά καμωμένα.
Ποιες ήταν οι μεταφραστικές προκλήσεις που συναντήσατε στη Φάρμα των Ζώων και στο 1984;
Αυτό που με δυσκόλεψε περισσότερο στο 1984 ήταν η προσαρμογή των όρων της Νέας Ομιλίας στα Ελληνικά, καθώς μάλιστα ο Όργουελ παρουσιάζει τις αρχές της στο παράρτημα που υπάρχει στο τέλος του βιβλίου. Οι λέξεις της έπρεπε να ακούγονται το ίδιο αυθαίρετες, ανοίκειες και αδόκιμες στα Ελληνικά όσο και στα Αγγλικά, να αποπνέουν την κτηνώδη ηλιθιότητα του Μεγάλου Αδελφού που πλασάρεται για ευφυΐα και αντιστρόφως, την κακόβουλη ευφυΐα που πλασάρεται για καλοκάγαθη βλακεία, να δηλώνουν με ξεδιαντροπιά την πρόθεσή τους για αναστροφή της πραγματικότητας και υποτίμηση της νοημοσύνης των χρηστών της. Σκέφτομαι ότι είναι το ίδιο θράσος που οδήγησε τους εμπνευστές του γνωστού reality show να το ονομάσουν έτσι, η σιγουριά ότι αν δηλώσεις το αδιανόητο το κάνεις εφικτό και τελικά το επιβάλλεις.
Στη Φάρμα των Ζώων υπάρχει η σκληρότητα που συναντάμε στην καρδιά των περισσότερων σπουδαίων παραμυθιών. Το ζητούμενο ήταν να αποδοθεί με απλή –σχεδόν παιδική– γλώσσα μια τόσο πικρή, σπαρακτική ιστορία, κάτι που έπρεπε να έχεις στο μυαλό σου διαρκώς.
Συμβουλευτήκατε άλλες παλαιότερες μεταφράσεις στα ελληνικά ή σε κάποια άλλη γλώσσα, όσο εργαζόσασταν στη δική σας;
Δεν το κάνω ποτέ. Το βρίσκω αντιδεοντολογικό και πιστεύω ότι συνήθως δημιουργεί περισσότερα προβλήματα απ’ όσα λύνει. Υπάρχει μια συνέχεια στη λογική της μετάφρασης, που είναι αποκλειστικά υπόθεση του μεταφραστή. Μου είναι πολύ δύσκολο να εντάξω ομαλά μια ξένη σκέψη στη δουλειά μου, τουλάχιστον μια σκέψη που δεν ήμουν παρών όταν προέκυψε. Όσον αφορά τις ξένες μεταφράσεις, δεν γνωρίζω κάποια άλλη γλώσσα τόσο καλά όσο τα αγγλικά ώστε να ανατρέξω σ’ αυτήν.
Παρόλα αυτά, στην περίπτωση των συγκεκριμένων έργων του Όργουελ, το βάθος της επίδρασής τους είναι τέτοιο που ορισμένες αποδόσεις έχουν περάσει στο συλλογικό αναγνωστικό ασυνείδητο, ας πούμε. Αυτές τις επιλογές τις κράτησα γιατί θεώρησα ότι έχουν ενταχθεί φυσικά στη γλώσσα μου μέσα από το βίωμα, ότι είναι κτήμα μου πια.
Τι κάνει αυτά τα βιβλία σήμερα τόσο επίκαιρα; Πώς εξηγείτε το μεγάλο ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού γι’ αυτά;
Πολλοί θεωρούν το 1984 μια προφητεία για την εποχή μας – και σίγουρα η χρήση της μαζικής επιτήρησης είναι ένας καλός λόγος γι’ αυτό. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το 1984 είναι εμβληματικό βιβλίο του πιο αιματηρού αιώνα της ανθρώπινης ιστορίας, του 20ου. Ο Όργουελ μίλησε για πρακτικές που είχαν ήδη γνωρίσει την εφαρμογή τους, ίσως για πρακτικές που με διάφορες μορφές εφαρμόζονταν από αιώνες: Είχε γνωρίσει τα ολέθρια fake news των εφημερίδων όταν πολεμούσε στην Ισπανία, είχε δει τις εκατόμβες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Αυτό που τρομάζει πραγματικά είναι ότι το βιβλίο μιλάει για μια πλευρά του ανθρώπινου ψυχισμού που η παρουσία της διατρέχει την Ιστορία: Αυτή που διψάει για την νεκρική σιγή της τάξης, τη βούληση για απόλυτη υποταγή του άλλου, το ψέμα μασκαρεμένο σαν αλήθεια, την απόλυτη ετερονομία που είναι η φυσική ροπή της εξουσίας και η ουτοπία του φασίστα. Και, στην άλλη πλευρά, ο τρόπος που προβάλλει την τρωτότητα και τη διαφάνεια της ανθρώπινης ύπαρξης απέναντι στη θεσμοποιημένη βία είναι αξεπέραστος.
Στη Φάρμα των Ζώων, η σκληρή διάψευση των προσδοκιών που γεννάει η επανάσταση, η κατάργηση τη υφιστάμενης αδικίας και η αντικατάστασή της από τη νέα αδικία, αποτελούν επίσης επαναλαμβανόμενα μοτίβα στην ανθρώπινη ιστορία. Τα εκτεταμένα σχήματα λόγου που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας, λοιπόν, οι αλληγορίες της Φάρμας των Ζώων και του Μεγάλου Αδελφού ξεπερνούν την εποχή τους αν και εμπνέονται απ’ αυτήν. Ίσως γι’ αυτό τα βιβλία παραμένουν τόσο ανατριχιαστικά σήμερα, όπως και την εποχή που γράφτηκαν.
Αυτό εξηγεί κατά τη γνώμη μου το ενδιαφέρον του κοινού, και μ’ αυτή την έννοια τα βιβλία πέτυχαν τον στόχο τους: προσφέρουν ακόμα αναγνωστική απόλαυση και ταυτοχρόνως λειτουργούν ως προειδοποιήσεις για την απώλεια της ελευθερίας.