Μια συναρπαστική περιήγηση στην διαχρονία και τη σύνθετη πολιτισμική ταυτότητα ενός αινιγματικού τόπου με την πυκνή αφήγηση του Τάσου Παπαδόπουλου
“Μπροστά μας το τρελό τοπίο απλωνότανε σαν ένας δίσκος με ακατανόητα παιχνίδια. Πέτρες κάθε λογής και κάθε διαμόρφωσης από τα στοιχειά της φύσης ή από τα χέρια των ανθρώπων. Τρύπιες πέτρες, φαγωμένες από τα νερά, λαξεμένες κούφιες από μέσα, με πελεκητά πορτοπαράθυρα. Κάποτε τα εξωτερικά τοιχώματα είχανε πέσει, κι άφηναν το βλέμμα να σεργιανήσει με οικειότητα στα κελιά και στα κανάλια ενός περίπλοκου μοναστηριού. Φθορά από τη μοίρα της γης, φθορά από τη μοίρα των ανθρώπων. Τα χειμωνιάτικα νερά γεμίζουν τις ρωγμές των βράχων παγώνουν διαστέλλονται και τους σπάζουν. Οι άνθρωποι ξεχύνονται κάποτε κοπάδι σαν την ακρίδα και ξεκληρίζουν τα πάντα. Άκουες πάλι να γυρίζει στο πλευρό σου η ρόδα της ζωής και του θανάτου…”
Γιώργος Σεφέρης, Τρεις μέρες στα πετροκομμένα μοναστήρια της Καππαδοκίας, 1953
Καππαδοκία, η μυστική ψυχή της Μικράς Ασίας. Ένας τόπος αφιλόξενος και δύσκολος όπου η αγριότητα του γεωμορφολογικού ανάγλυφου συνάντησε τον αέναο αγώνα του ανθρώπου για επιβίωση. Παγανιστές και πυρολάτρες, χριστιανοί και αιρετικοί, μουσουλμάνοι και δερβίσηδες, τρωγλοδύτες και αναχωρητές αποτελούν μερικές μόνο από τις κατηγορίες που συνθέτουν την απίθανη θρησκευτική και ανθρωπογεωγραφική ταυτότητα της Κατπατούκα.
Τόπος καταγωγής πολλών αγίων, καθώς και των μεγάλων πατέρων της εκκλησίας που διαμόρφωσαν τη φιλοσοφική θεώρηση της ορθόδοξης πίστης, η Καππαδοκία διασώζει μέχρι τις μέρες μας έναν τεράστιο αριθμό υπόσκαφων εκκλησιών. Υπόγειες κλειστοφοβικές πολιτείες που μπορούσαν να στεγάσουν χιλιάδες ανθρώπους, γεωλογικοί σχηματισμοί που θυμίζουν εξωκοσμικά τοπία, βράχοι που θυμίζουν όρθιους λίθινους φαλλούς που υψώνονται στον ουρανό και αρχαία ποτάμια που δεν σταμάτησαν ποτέ να κυλούν, συγκροτούν το απόκοσμο και γοητευτικό σκηνικό του ιδιαίτερου αυτού τόπου.
Κάπου εκεί, μέσα στην πέτρα και κάτω από τον ανελέητο ήλιο, συναντάμε και τους τελευταίους Ρωμιούς της Καππαδοκίας, με την παράδοξη γλώσσα τους και τα ιδιαίτερα έθιμα τους, που αναγκάστηκαν και αυτοί να πάρουν το δρόμο της προσφυγιάς, αφήνοντας για πάντα την άγρια μα αγαπημένη τους πατρίδα.